Αποτελεί την 5η πιο κοινή αιτία θανάτου από καρκίνο στο γυναικείο φύλο.
Αφορά συνήθως σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας άνω των 50 ετών.
Ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών περιλαμβάνονται η ηλικία, η ατεκνία, η πρώιμη εμμηναρχή, η όψιμη εμμηνόπαυση, η παχυσαρκία, παθήσεις του αναπαραγωγικού συστήματος όπως η ενδομητρίωση και το οικογενειακό ιστορικό.
Ο καρκίνος των ωοθηκών είναι συνήθως ασυμπτωματικός στα αρχικά στάδια δυσχεραίνοντας και καθυστερώντας τη διάγνωση.
Τα συμπτώματα εμφανίζονται όταν η νόσος έχει ήδη εξελιχθεί. Η ασθενής μπορεί να παραπονεθεί για πόνο στην κοιλιακή χώρα ή χαμηλά στην πλάτη, δυσπεψία, γρήγορο αίσθημα πληρότητας κατά την λήψη του φαγητού , συχνοουρία, δυσκοιλιότητα, κόπωση και μεταβολές στο σωματικό βάρος.
Ακόμα μπορεί να παρατηρηθούν ανωμαλίες στον έμμηνο κύκλο και επεισόδια κολπικής αιμορραγίας. Η επιμονή των συμπτωμάτων θα πρέπει να αφυπνίσει την ασθενή ώστε να προβεί σε αναζήτηση ιατρικής βοήθειας για τη διερεύνησή τους.
Η διάγνωση του καρκίνου των ωοθηκών προϋποθέτει τη διενέργεια μίας σειράς κλινικών, εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων. Σκοπός αποτελεί ο ακριβής καθορισμός της εντόπισης και της έκτασης της νόσου, παράγοντες που επηρεάζουν τις θεραπευτικές αποφάσεις.
Απεικονιστικά, το υπερηχογράφημα κάτω κοιλίας και εν συνεχεία το διακολπικό υπερηχογράφημα που προσφέρει μεγαλύτερη ακρίβεια, επιτρέπουν την αξιολόγηση των ωοθηκών αλλά και των ιστών γύρω από αυτές.
Για να καθορίσουμε την έκταση της νόσου και να αποκλείσουμε την πιθανότητα απομακρυσμένων εστιών (μεταστάσεων), είναι απαραίτητη η πραγματοποίηση αξονικής τομογραφίας και σε ορισμένες περιπτώσεις μαγνητικής τομογραφίας ή τομογραφίας εκπομπής ποζιτρονίων (PET-CT scan).Ακόμα, αν η ασθενής εμφανίσει ασκίτη (συλλογή υγρού στην κοιλιά) η κυτταρολογική εξέταση δείγματος μετά από παρακέντηση μπορεί να συμβάλλει στη διάγνωση. Εργαστηριακά, ο καρκινικός δείκτης CA-125 συνήθως αυξάνεται στον καρκίνο των ωοθηκών. Η συνήθης προσέγγιση είναι η χειρουργική.
Κατέχει προεξάρχουσα θέση στη θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών. Στον πρώιμο καρκίνο των ωοθηκών, στον οποίο η νόσος παραμένει εντοπισμένη στις ωοθήκες, ο σκοπός της χειρουργικής επέμβασης είναι η αφαίρεση του όγκου και ο ακριβής καθορισμός της έκτασης της νόσου (σταδιοποίηση).
Αντιθέτως, στον προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών, όπου η νόσος επεκτείνεται πέρα από τις ωοθήκες στις γύρω δομές, το χειρουργείο αποσκοπεί στην πλήρη εξάλειψη όλων των μακροσκοπικά εμφανών εστιών χωρίς την παρουσία υπολειπόμενης νόσου.
Η επέμβαση είναι πιο εκτεταμένη, με την αφαίρεση της μήτρας, των ωοθηκών αμφοτερόπλευρα, των γύρω δομών και κάθε καρκινικής εστίας. Η παρουσία υπολειπόμενης νόσου μετά το χειρουργείο, θεωρείται ο πιο σημαντικός προγνωστικός παράγοντας περιορίζοντας την επιβίωση των ασθενών.
Η χημειοθεραπεία, ως συστηματική θεραπεία, αποσκοπεί στην εξάλειψη όλων των καρκινικών κυττάρων που συναντά στην πορεία της. Κατέχει σημαντική θέση στην αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών. Μπορεί να χορηγηθεί πριν το χειρουργείο (εισαγωγική θεραπεία) για τον περιορισμό της έκτασης της νόσου ή μετά το χειρουργείο (επικουρικά) για να εξαφανίσει τυχόν υπολειπόμενη νόσο. Χορηεγείται ενδοφλεβίως.
Ο ρόλος της ακτινοθεραπείας στον καρκίνο των ωοθηκών είναι περιορισμένος. Μπορεί να συνδυαστεί με τις βασικές θεραπευτικές μεθόδους, το χειρουργείο και τη χημειοθεραπεία.
Πρόκειται για μία μορφή θεραπείας που έχει σχεδιαστεί για να στοχεύει συγκεκριμένα μεταλλαγμένα γονίδια, όπως τα BRCA 1 και 2, που ευοδώνουν την καρκινογένεση με σκοπό να την αναχαιτίσουν. Η συμβολή της είναι σημαντική στη θεραπεία του προχωρημένου καρκίνου των ωοθηκών.
Με βάση την έκταση της νόσου διακρίνουμε τον καρκίνο των ωοθηκών σε 2 κατηγορίες: